Σε έναν καινούργιο, πολύ προσεγμένο, λιτό και ιδιαίτερο χώρο που μυρίζει Ελλάδα, και κυρίως Νάξο, στο νέο The Herbal Tea Room του The Naxos Apothecary του φαρμακείου Κορρές στο κέντρο της Αθήνας συναντήσαμε τη Δρ. Ελένη Βαβουράκη, ιατρική σύμβουλο της ΚORRES, και μάθαμε πολλά και ενδιαφέροντα.
Της Άννας Δάλλα
Η Ελένη Βαβουράκη, όταν τη ρωτήσαμε για καλά κρυμμένα μυστικά και ελιξίρια ομορφιάς, αντιγήρανσης και μακροζωίας, μας εξήγησε ότι «δεν χρειάζεται να ψάχνουμε τις διάφορες εξωτικές τροφές και τα βότανα για υγεία και ομορφιά, όταν η χώρα μας είναι μία από τις πλουσιότερες της Γης σε αυτόν τον τομέα.
Για παράδειγμα, μία με δύο χούφτες αμύγδαλα –που είναι πολύ πλούσια σε θρεπτικά συστατικά– την ημέρα έχει φανεί και σε μελέτη δημοσιευμένη σε επιστημονικό περιοδικό ότι μειώνουν την κακή χοληστερίνη και το λίπος που αθροίζεται στην κοιλιά και γύρω από τη μέση. Παρ’ όλα αυτά, δεν τα αναφέρουμε ως υπερτροφή».
Έχει πράγματι το τσάι του βουνού τόσο μεγάλη διατροφική και θεραπευτική αξία;
Η κατανάλωση του ελληνικού τσαγιού του βουνού ξεκινά από την αρχαιότητα και φτάνει μέχρι τις μέρες μας, αποτελώντας ίσως για ολόκληρο τον κόσμο το πιο διάσημο παραδοσιακό ρόφημα βοτάνου με ελληνική προέλευση. Η σύγχρονη έρευνα έχει δείξει ότι δεν θεωρείται άδικα πολλαπλά ωφέλιμο για την υγεία μας, καθώς τα φυτοχημικά χαρακτηριστικά του φαίνεται να είναι υπεύθυνα για τις αντιμικροβιακές, αντιφλεγμονώδεις και αντιοξειδωτικές δράσεις του βοτάνου.
Τι διαφορές και τι ομοιότητες έχει με το κλασικό μαύρο τσάι;
Καταρχήν να ξεκαθαρίσουμε ότι τόσο το μαύρο όσο και το πράσινο τσάι παρασκευάζονται από τα φύλλα του φυτού Camellia sinensis. Η βασική τους διαφορά είναι ότι τα φύλλα του μαύρου τσαγιού πρώτα τυλίγονται και στη συνέχεια εκτίθενται στον αέρα, για να ενεργοποιηθεί η διαδικασία οξείδωσης, με αποτέλεσμα το σκούρο τους χρώμα, την εντονότερη γεύση και τη μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε καφεΐνη. Το τσάι του βουνού, από την άλλη, είναι ένα ρόφημα χωρίς καφεΐνη που παρασκευάζεται από τα αποξηραμένα άνθη, φύλλα και μίσχους του φυτού Σιδερίτης, το οποίο ευδοκιμεί σε μεγάλα υψόμετρα στα βουνά της Ελλάδας. Η μόνη ομοιότητα που έχει με το μαύρο ή πράσινο τσάι είναι το αντιοξειδωτικό προφίλ. Και εδώ συμβαίνει το εξής αξιοσημείωτο: ερευνητική μελέτη έχει δείξει ότι, παρόλο που το εκχύλισμα τσαγιού του βουνού έχει χαμηλότερη συγκέντρωση αντιοξειδωτικών από το πράσινο τσάι, δεν διαφέρει ως προς την αντιοξειδωτική επίδραση στον οργανισμό μας γιατί έχει πολύ καλή βιοδιαθεσιμότητα. Η βιοδιαθεσιμότητα αντιπροσωπεύει την αναλογία και την ταχύτητα με την οποία ένα θρεπτικό συστατικό μπορεί να απορροφηθεί και να φτάσει στο αίμα ώστε να δράσει τελικά, είτε προληπτικά είτε θεραπευτικά.
Μπορούμε να το μαζεύουμε μόνοι μας;
Υπάρχουν περιοχές στις οποίες κάποιο άγριο βότανο είναι σπάνιο και δεν επιτρέπεται η συλλογή του, όπως π.χ. η μαλοτήρα, το τσάι του βουνού της Κρήτης, και άλλες περιοχές στις οποίες ένα βότανο υπάρχει ακόμα σε μεγάλους πληθυσμούς και μπορούμε να το μαζέψουμε. Το κοινό, όμως, δεν ξέρει πού μπορεί να μαζέψει και πού όχι, και φυσικά μιλάμε μόνο για προσωπική χρήση, όχι για εμπορία, που θέλει ειδική άδεια. Επίσης, πρέπει να ξέρουμε ποια εποχή και με ποιον τρόπο γίνεται η συλλογή του βοτάνου, ώστε να μην καταστρέφονται τα φυτά. Ας μην το μαζέψουμε, λοιπόν. Ας διατηρήσουμε την πολύτιμη βιοποικιλότητα του τόπου μας βοηθώντας να αυξηθεί το επίπεδο ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης σχετικά με τη διατήρηση της άγριας ελληνικής χλωρίδας, που είναι πολύτιμη εθνική μας κληρονομιά. Δεν ανήκει μόνο σε εμάς, ανήκει και στις επόμενες γενιές.
Πού το βρίσκουμε, λοιπόν, αφού δεν το μαζεύουμε;
Ψάχνουμε πάντα τη σωστή πηγή προέλευσης. Εμείς, π.χ., στο Naxos Apothecary, προμηθευόμαστε το τσάι του βουνού καθώς και όλα τα άλλα βότανα είτε από πιστοποιημένες οργανικές καλλιέργειες είτε από άτομα που έχουν την απαραίτητη άδεια να μαζεύουν άγρια βότανα.
Πώς το διατηρούμε/συντηρούμε;
Όλα τα αποξηραμένα αρωματικά βότανα πρέπει να φυλάσσονται σε γυάλινα σκουρόχρωμα βάζα, προστατευμένα από το φως, την πολλή ζέστη και την υγρασία. Καλό είναι επίσης να καταναλώνονται το πολύ μέσα σε έναν χρόνο από τη συλλογή τους.
Ποιος είναι ο σωστός τρόπο παρασκευής του;
Όπως είπαμε, το τσάι του βουνού παρασκευάζεται από τα αποξηραμένα άνθη, φύλλα και μίσχους του φυτού, άρα πρέπει να πάρει μια δυο βράσεις και να μείνει στη συνέχεια 10 λεπτά στο βραστό νερό πριν το σουρώσουμε. Η διαδικασία όλη πρέπει να γίνεται σε σκεύη με καπάκι, για να μη χάνονται τα πτητικά συστατικά του βοτάνου. Αυτός ο τρόπος παρασκευής είναι το αφέψημα και το κάνουμε όταν έχουμε ξηρά, σκληρά μέρη ενός βοτάνου, όπως ξηρούς μίσχους, ρίζα, σπόρους. Όταν έχουμε μόνο φύλλα ή άνθη, τότε ο σωστός τρόπος παρασκευής είναι το έγχυμα, όπως δηλαδή κάνουμε και με το μαύρο τσάι. Αποσύρουμε πρώτα το βραστό νερό από τη φωτιά και μετά προσθέτουμε το βότανο, αφήνοντας το για 5-10 λεπτά –πάντα σε σκεπασμένο σκεύος– πριν το σουρώσουμε για να το πιούμε.
Ποια η πεντάδα των καλύτερων, πιο υγιεινών και πιο χρήσιμων βοτάνων για τις γυναίκες κατά τη γνώμη σας;
Αυτή είναι μια ερώτηση που χρειάζεται ένα άρθρο για να απαντηθεί, γιατί είναι πολλά τα βότανα και θα μπορούσαν να γίνουν πολλοί συνδυασμοί, ανάλογα με τις ανάγκες κάθε γυναίκας σε διαφορετικές φάσης της ζωής της. Αν εστιάσουμε στο θέμα ομορφιά, τότε το τσάι του βουνού (το είδος του Ολύμπου, Sideritis scardica) και τα φύλλα τριανταφυλλιάς (Rosa damascene) αξίζουν την προσοχή μας γιατί έχουν δείξει ενδιαφέροντα χημικά προφίλ με ιδιότητες που υπόσχονται δράση σε συγκεκριμένους στόχους που εμπλέκονται στη γήρανση του δέρματος. Στην πεντάδα θα πρόσθετα το δίκταμο για την αντιοξειδωτική του δράση, καθώς και τον κρόκο, που έχει δείξει δερμοπροστατευτικές ιδιότητες. Τέλος, το έλαιο νυχτολούλουδου, που είναι ευεργετικό για τα ξηρά δέρματα ενώ έχει δείξει ότι βοηθά σε καθαρά γυναικεία προβλήματα όπως το προεμμηνορυσιακό σύνδρομο.
Επισκεφθείτε το The Naxos Apothecary και μυηθείτε στον κόσμο των βοτάνων πατώντας σε ναξιώτικη γη. Το πανέμορφο κτίριο-κόσμημα βρίσκεται Κολοκοτρώνη 3-5 & Βουλής, στην Αθήνα. www.thenaxosapothecary.com