fbpx

Στην καρδιά μιας γυναίκας

Stin Kardia mias ginaikas

Οι περισσότεροι θεωρούμε ότι η γυναικεία καρδιά –αν και πιο ευαίσθητη σε συναισθηματικά ζητήματα– είναι πολύ πιο ανθεκτική από την ανδρική. Ισχύει όμως αυτό ή έχουμε πέσει στην παγίδα ενός επικίνδυνου μύθου που μπορεί να κρύβει κινδύνους αν δεν λάβουμε τα μέτρα και τις προφυλάξεις που χρειάζονται; Ο καρδιολόγος Γεώργιος Γκουμάς, διευθυντής Καρδιολογικής Κλινικής της Ευρωκλινικής Αθηνών, απαντά σε όλες τις απορίες μας.

Της Άννας Δάλλα

Ισχύει ότι οι γυναίκες κινδυνεύουν λιγότερο από τους άνδρες από τα καρδιαγγειακά νοσήματα;
Όχι. Είναι παραπάνω από σαφές ότι οι γυναίκες κινδυνεύουν εξίσου με τους άνδρες να νοσήσουν από ένα καρδιαγγειακό νόσημα. Οι επιπλοκές από τα νοσήματα αυτά είναι άλλωστε η συχνότερη αιτία θανάτου στις γυναίκες. Όμως, η βασική διαφορά από τους άνδρες είναι ότι οι κλινικές εκδηλώσεις των καρδιαγγειακών νοσημάτων εμφανίζονται στις γυναίκες περίπου 10 χρόνια αργότερα, και αυτή είναι η αιτία της δημιουργίας του πολύ επικίνδυνου αυτού μύθου ότι οι γυναίκες είναι πιο ασφαλείς και λιγότερο ευάλωτες στα καρδιαγγειακά νοσήματα. Έτσι, αυτή η ψευδαίσθηση ασφάλειας οδηγεί τις γυναίκες αλλά και τους περισσότερους ιατρούς στο να καθυστερούν την πρόληψη μέσω της αποτελεσματικής αντιμετώπισης των καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου.

Κατά πόσο παίζουν ρόλο οι ορμόνες (πριν και μετά την εμμηνόπαυση) στον πιθανό καρδιαγγειακό κίνδυνο;
Θεωρείται ότι τα οιστρογόνα προσφέρουν προστασία απέναντι στα καρδιαγγειακά νοσήματα και μειώνουν τον αντίστοιχο κίνδυνο στις γυναίκες, αφού βελτιώνουν το λιπιδαιμικό προφίλ (καλή και κακή χοληστερίνη, τριγλυκερίδια), την ευαισθησία στην ινσουλίνη και την ενδοθηλιακή λειτουργία. Αντίθετα, με την έναρξη της εμμηνόπαυσης, οι ορμονικές αλλαγές οδηγούν σε αλλαγές στο γυναικείο σώμα (κεντρικού τύπου παχυσαρκία, μείωση της μυϊκής μάζας), τα λιπίδια και τα αγγεία και, κατ’ επέκταση, αύξηση του καρδιαγγειακού κινδύνου. Όσο πρωιμότερα έρθει η εμμηνόπαυση, είτε φυσικά είτε ιατρογενώς έπειτα από χειρουργικές επεμβάσεις, τόσο μεγαλύτερος είναι αυτός ο κίνδυνος. Τέλος, η παρουσία αγγειοκινητικών συμπτωμάτων (π.χ. εξάψεις, νυχτερινή εφίδρωση) λόγω της εμμηνόπαυσης και διαταραχών του ύπνου επίσης συνδυάζονται με αυξημένο κίνδυνο.

Ευχαριστούμε τον καρδιολόγο Γεώργιο Γκουμά, διευθυντή Καρδιολογικής Κλινικής Ευρωκλινικής Αθηνών, για την πολύτιμη συμβολή του.

Μήπως οι συνήθειες των γυναικών, που τείνουν να είναι πιο υγιεινές, προφυλάσσουν την καρδιά τους;
Σίγουρα παίζουν ρόλο και οι συνήθειες των γυναικών, αλλά δεν νομίζω ότι αυτές τείνουν να είναι καλύτερες. Από στοιχεία μελετών φαίνεται ότι μόνο το 7,2% των γυναικών που έχουν μπει στην εμμηνόπαυση έχει το συστηνόμενο επίπεδο φυσικής δραστηριότητας και λιγότερο από το 20% από αυτές ακολουθεί σταθερά μια υγιεινή διατροφή. Επίσης, τα πολύ χαμηλότερα (στο παρελθόν), συγκριτικά με τους άνδρες, ποσοστά καπνίσματος στις γυναίκες έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια. Αυτό είναι σημαντικό πρόβλημα, αφού γνωρίζουμε ότι για τον ίδιο αριθμό τσιγάρων την ημέρα ο καρδιαγγειακός κίνδυνος αυξάνεται περισσότερο στις γυναίκες απ’ ό,τι στους άνδρες. Επιπλέον, οι γυναίκες με σακχαρώδη διαβήτη έχουν σημαντικά μεγαλύτερο καρδιαγγειακό κίνδυνο συγκριτικά με τους διαβητικούς άνδρες, αφού συνολικά εμφανίζουν δυσμενέστερο προφίλ: στην πλειονότητά τους είναι παχύσαρκες, έχουν υψηλότερη αρτηριακή πίεση, υψηλότερα τριγλυκερίδια και χαμηλότερη την καλή HDL-χοληστερίνη. Τέλος, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι ο διαβήτης της κύησης αποτελεί σημαντικό παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου, αφού αυξάνει μέχρι και 7 φορές τον κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 στο μέλλον. Έτσι, ειδικά οι γυναίκες με τέτοιο ιστορικό θα πρέπει να υιοθετούν με ακόμη πιο αυστηρό τρόπο μοντέλα υγιεινών καθημερινών συνηθειών.

Η κληρονομικότητα επηρεάζει την υγεία της γυναικείας καρδιάς;
Η κληρονομικότητα αποτελεί βασικό παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου για τις γυναίκες και αντανακλά τόσο τα γενετικά χαρακτηριστικά που κληρονομούνται όσο και την επίδραση του περιβάλλοντος που μοιράζονται τα μέλη της ίδιας οικογένειας. Αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι ότι όταν μιλάμε για θετικό κληρονομικό ιστορικό εννοούμε το ιστορικό θανατηφόρου ή μη θανατηφόρου καρδιαγγειακού επεισοδίου ή τεκμηριωμένης διάγνωσης καρδιαγγειακού νοσήματος σε άρρενα συγγενή πρώτου βαθμού πριν από τα 55 έτη ή σε θήλυ συγγενή πρώτου βαθμού πριν από τα 65.

Τα καρδιαγγειακά συμπτώματα των γυναικών είναι διαφορετικά από των ανδρών;
Είναι αλήθεια πως οι γυναίκες πολύ συχνότερα από τους άνδρες δεν έχουν τα τυπικά στηθαγχικά ενοχλήματα που χαρακτηρίζουν τη στεφανιαία νόσο και περιγράφονται ως συσφιγκτικό άλγος πίσω από το στέρνο. Μπορεί να νιώθουν κάψιμο ή βάρος στο στήθος, πόνο στην πλάτη, τον λαιμό ή το σαγόνι, να λαχανιάζουν πολύ πιο εύκολα, να έχουν πόνο στο στομάχι ή δυσπεψία, αίσθημα παλμών, εύκολη κόπωση ή αίσθημα άγχους. Επίσης, μερικές φορές πάσχουν από στεφανιαία νόσο χωρίς να έχουν κανένα σύμπτωμα και η νόσος εκδηλώνεται ξαφνικά με οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου ή και αιφνίδιο θάνατο.

Τι μπορούν να κάνουν οι γυναίκες προληπτικά για να προστατευτούν;
Πρέπει να αντιμετωπίσουν επιθετικά όλους τους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου. Η διακοπή του καπνίσματος αποτελεί ίσως την πιο βασική παρέμβαση για τη μείωση του κινδύνου και μπορεί να γίνει σε συνεργασία με κάποιον εξειδικευμένο καρδιολόγο ή πνευμονολόγο. Καλό θα είναι η προσπάθεια αυτή να αφορά τόσο τα συμβατικά τσιγάρα όσο και τα νεότερα προϊόντα πρόσληψης νικοτίνης. Η σωματική άσκηση συστήνεται ως μέρος κάθε προγράμματος καρδιαγγειακής πρόληψης και στις υγιείς γυναίκες πρέπει να έχει διάρκεια τουλάχιστον 150 λεπτά την εβδομάδα όταν είναι μέτριας έντασης και 75 λεπτά την εβδομάδα όταν είναι μεγάλης έντασης. Η διατήρηση ενός καλού σωματικού βάρους είναι πάντα μέσα στους στόχους, και στις υπέρβαρες γυναίκες η απώλεια έστω και 10% του σωματικού βάρους βελτιώνει αποφασιστικά την καρδιαγγειακή υγεία. Η υιοθέτηση μιας υγιεινής διατροφής πλούσιας σε φρέσκα φρούτα και λαχανικά, γαλακτοκομικά με χαμηλά λιπαρά, δημητριακά ολικής αλέσεως, ψάρι και κοτόπουλο (χωρίς την πέτσα) και η αποφυγή αλατιού, γλυκών, επεξεργασμένων τροφών και κόκκινου κρέατος διευρύνει την επιθυμητή προστασία του καρδιαγγειακού συστήματος. Τέλος, στην περίπτωση που παρουσιάζουν αρτηριακή υπέρταση, αυξημένη χοληστερίνη ή σακχαρώδη διαβήτη θα πρέπει σε συνενόηση με τον θεράποντα ιατρό να τα αντιμετωπίσουν.

Ποιες εξετάσεις είναι απαραίτητες και πόσο συχνά;
Κάθε γυναίκα που δεν παρουσιάζει συμπτώματα πρέπει να υποβληθεί σε μια απλή ιατρική εξέταση καθώς και σε μια εξέταση αίματος μετά την ηλικία των 50 ετών ή μετά την εμμηνόπαυση, αν αυτή προηγηθεί. Αυτό καλύτερα θα ήταν να γίνει σε μικρότερη ηλικία στις γυναίκες που θεωρούνται υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου επειδή έχουν θετικό κληρονομικό ιστορικό ή μείζονες παράγοντες κινδύνου, όπως είναι το κάπνισμα, η αυξημένη χοληστερίνη, η αρτηριακή υπέρταση και ο σακχαρώδης διαβήτης. Η εξέταση αυτή πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε 5 χρόνια. Στην περίπτωση που υπάρχουν ύποπτα συμπτώματα θα πρέπει επιπλέον η γυναίκα να εξεταστεί από καρδιολόγο και να κάνει ηλεκτροκαρδιογράφημα και υπερηχογράφημα καρδιάς. Ο καρδιολόγος στη συνέχεια και ανάλογα με τις ενδείξεις θα τη συμβουλέψει για τυχόν συμπληρωματικές εξετάσεις (δοκιμασία κοπώσεως, υπερηχογράφημα κοπώσεως, σπινθηρογράφημα μυοκαρδίου, αξονική στεφανιογραφία, τρίπλεξ καρωτίδων).